Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2016

Τέσσερις οίκοι προβλέπουν για την Ελλάδα ανάπτυξη 2% το 2017 και 2,6% το 2018

Τώρα τα βραχυχρόνια μέτρα για το χρέος, αλλά τελική λύση όχι πριν τα μέσα 2018
Αν και εκτιμούν ότι το κλείσιμο οσονούπω της δεύτερης αξιολόγησης και τα βραχυχρόνια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που μπορούν να συμφωνηθούν εφέτος θα βελτιώσουν το επενδυτικό κλίμα στην Ελλάδα, εν τούτοις οι οικονομολόγοι τεσσάρων διεθνών τραπεζών εκφράζουν επιφυλάξεις στο κατά πόσο η χώρα μπορεί να επιστρέψει σε διατηρήσιμη ανάπτυξη σύντομα, την
ώρα που τελική λύση για το χρέος δεν αναμένεται πριν από τα μέσα του 2018. Αν και η επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα, σημειώνει χαρακτηριστικά η Citigroup, θα μπορούσε μεν να δώσει ώθηση στη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση και στις συνομιλίες ελάφρυνσης του χρέους, ωστόσο δεν θα πρέπει να προσβλέπουμε σε τελικές λύσεις στο «ελληνικό πρόβλημα».

Ορισμένα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους μπορεί να συμφωνηθούν ως το τέλος του έτους, υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι της αμερικανικής τράπεζας, παραμένοντας ωστόσο επιφυλακτικοί στο κατά πόσο μπορεί να λάβει χώρα μια ουσιαστική αναδιάρθρωση των επίσημων δανείων της χώρας σε βαθμό που να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους πριν από τα μέσα του 2018.

Η αξιολόγηση
Από την πλευρά της, η Credit Suisse σημειώνει πως ο στόχος της κυβέρνησης είναι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η επίτευξη ορισμένων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, η συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και κάποια στιγμή, όπως αναφέρει, η επιστροφή μέσα στους επόμενους 12-18 μήνες στις αγορές.

Είναι πιθανό, εκτιμά η ελβετική τράπεζα, στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και να ανακοινωθούν κάποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Στη συνέχεια το ΔΝΤ θα συμφωνήσει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, ενώ η ΕΚΤ θα πρέπει να κάνει τη δική της ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να δεχθεί τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Μια τέτοια ανακοίνωση θα μπορούσε να λάβει χώρα το συντομότερο στις 8 Δεκεμβρίου ή κατά τις επόμενες εβδομάδες. Καθώς το κόστος των μέτρων περιορίζει την ισχύ του κυβερνώντος κόμματος, όπως φαίνεται και από τις δημοσκοπήσεις, ενδεχομένως κάποια στιγμή το επόμενο έτος η χώρα να οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές.

Ενώ κάτι τέτοιο θεωρητικά θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολιτική αστάθεια, εν τούτοις, όπως αναφέρει, μια νίκη της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης είναι πιθανό να θεωρηθεί καλό νέο για τις αγορές. Ως εκ τούτου, αναφέρει η Credit Suisse, ο πολιτικός κίνδυνος είναι πλέον περιορισμένος για την Ελλάδα, αν σκεφθεί μάλιστα κανείς το πρόσφατο παρελθόν, ενώ σε κάθε περίπτωση, ο συστημικός κίνδυνος έχει μάλλον εκλείψει.

Η ανάκαμψη
Ανάπτυξη 2% το 2017 και 2,6% το 2018 προβλέπει για την Ελλάδα η ελβετική τράπεζα UBS, υπό την προϋπόθεση, όπως σημειώνει, ότι το τρίτο πακέτο διάσωσης θα παραμείνει σε καλό δρόμο.

Η ελληνική οικονομία, αναφέρει, αψήφησε τις απαισιόδοξες προβλέψεις στην αρχή του έτους, καθώς αναμένεται να παραμείνει στάσιμη το 2016, ενώ η όποια ανάκαμψη τα επόμενα χρόνια θα μπορούσε να βρει στήριξη στην προβλεπόμενη αύξηση των επενδύσεων κατά 3,5% το 2017 και κατά 5% το 2018, καθώς και στις αποπληρωμές των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, αλλά και στις υψηλότερες εισροές κεφαλαίων από την ΕΕ.

Σημεία-κλειδιά για τη χώρα παραμένουν η όποια ελάφρυνση του χρέους, η συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ και φυσικά το τέλος των capital controls. Η επιτυχής ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα ενισχύσει τις συζητήσεις σχετικά με την εξειδίκευση και υλοποίηση των προγραμματισμένων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και τα δεδομένα σχετικά με τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο QE της ΕΚΤ.

Αν το πρόγραμμα διάσωσης προχωρήσει καλά και η εμπιστοσύνη βελτιωθεί, τότε, σύμφωνα με την ελβετική τράπεζα, θα λάβει χώρα και περαιτέρω χαλάρωση των capital controls, κάτι που θα μπορούσε να στηρίξει μερικώς την ανάκαμψη της οικονομίας, ενώ κίνδυνοι σχετίζονται με την υλοποίηση του προγράμματος διάσωσης, αλλά και με την επιβράδυνση και τις πολιτικές διεργασίες συνολικά στη ζώνη του ευρώ.

Η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε βιώσιμη ανάπτυξη συνδέεται επίσης και με τη δυνατότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα, καθώς ο κλάδος ταλανίζεται και από τις παρενέργειες του τεράστιου όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs).

Οι γερμανικές εκλογές
Για τη Morgan Stanley, η ελληνική οικονομία παραμένει μακριά από τη βιώσιμη ανάπτυξη, παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ της κινήθηκε καλύτερα απ' ό,τι αναμενόταν στο γ' τρίμηνο. Ωστόσο, όπως αναφέρει, η λιτότητα και η πολιτική αστάθεια πιέζουν τον εξασθενημένο οικονομικό και κοινωνικό ιστό, την ώρα που η επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη δείχνει ακόμη να βρίσκεται μακριά.

Η χώρα, υποστηρίζει, θα πρέπει να περιμένει το τέλος των γερμανικών εκλογών για να λάβει κάποια επιπρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, κάτι που μπορεί να μειώσει τη δημοτικότητα της κυβέρνησης.

Αν και δεν αποκλείει κάποια βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ακόμη και στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, ωστόσο, χωρίς σημαντική μακροπρόθεσμη αναδιάρθρωση, το ελληνικό χρέος δεν δείχνει βιώσιμο, διακινδυνεύοντας έτσι να αναβληθεί η συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.



ΤΡΙΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ
Πού οφείλεται η άνοδος του ΑΕΠ

H αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στο 3ο τρίμηνο που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, ως αποτέλεσμα των υψηλών επιδράσεων βάσεως (base effects), όπως  αναφέρει η Alpha Bank, μπορεί να αποδοθεί σύμφωνα με τη Eurobank και στις συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης καθώς η μεταβολή των αποθεμάτων και οι επενδύσεις σε πάγια είχαν θετική συνεισφορά.

Ο εν λόγω συλλογισμός πηγάζει από τη μεγάλη πτώση της μεταβολής των αποθεμάτων το 3ο τρίμηνο 2015 (λόγω κεφαλαιακών ελέγχων), από τη σταδιακή βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος και από την αύξηση του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή.

απο το ΒΗΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου